Ίσως
Πάει αρκετός καιρός από τότε που το ΚΚΕ προώθησε μία ιδέα, της οποίας η επιρροή να μην περιορίζεται μόνο στους ψηφοφόρους και υποστηρικτές του, αλλά να μοιάζει ελκυστική και προκλητικά ρεαλιστική σε ένα ευρύτερο σύνολο σκεπτόμενων ανθρώπων. Εδώ και λίγες μέρες φαίνεται πως το ΚΚΕ υιοθετεί μία στρατηγική, η οποία στηρίζεται στο αίτημα για γενική απεργία. Ανεξάρτητα με τις παγιωμένες και γνωστές σε όλους θέσεις του κόμματος για την ΕΕ, την ευρωζώνη κλπ, αυτή είναι δίχως άλλο μία πρόταση που θα πρέπει να εξεταστεί με σοβαρότητα από κομματικούς και συνδικαλιστικούς φορείς.
Βέβαια το ΚΚΕ δεν φημίζεται για τη διάθεση συνεργασίας του, αλλά εδώ δεν πρόκειται για τις πολιτικές επιδιώξεις, τις δικές του ή οποιουδήποτε άλλου κόμματος, αλλά για ένα λαό που αργοπεθαίνει και έχει ξεμείνει από λύσεις. Η γενική απεργία θεωρείται ως το ύστατο μέσο αντίστασης και δεν είναι καθόλου αναίμακτη υπόθεση.
Συνιστά ένα μικρό θάνατο για την οικονομία ενώ είναι ευνόητο πως προκαλείται γενικευμένο χάος. Από την άλλη, τα πάντα στην Ελληνική κοινωνία έχουν κλιμακωθεί τόσο πολύ πια που φαντάζει πολύ μικρό το οποιοδήποτε κόστος μπροστά στο ενδεχόμενο όφελος. Μία γενική απεργία ίσως να έστελνε το μήνυμα που χρειάζεται σε εξωτερικό αλλά και σε εσωτερικό. Ίσως να πραγμάτωνε τη διαπραγμάτευση που επιθυμούσαν και επιθυμούν διακαώς οι πολίτες. Τη διαπραγμάτευση που τους την υποσχέθηκαν προεκλογικά και τώρα τους γυρίζουν την πλάτη.
Ίσως αν φοβηθούν, αν διαπιστώσουν πως έχουν να κάνουν με ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα να χάσουν και είναι αποφασισμένοι για όλα, ν’ αλλάξουν γνώμη. Τέλος, ίσως θα έπρεπε μία γενική απεργία να είχε λάβει χώρα εξαρχής, από τότε που ο ΓΑΠ μας έσκαγε το παραμύθι για ΔΝΤ και μνημόνιο από το ακριτικό Καστελλόριζο, μία εικόνα που ακόμα δε λέει να ξεθωριάσει. Σήμερα ίσως να είναι αργά, ίσως να μην είναι. Ο καιρός θα δείξει.
ΦΙΛΗΒΟΣ
Αναζητώντας τον χαμένο Διάλογο
Αυτός ο οποίος έχει το «προνόμιο» να εκφράζει τις σκέψεις του δημόσια, οφείλει, ανεξαρτήτως της ιδιότητός του, να χαλιναγωγεί κάθε τόσο το ατίθασο «εγώ», εκ φόβου μήπως το καθαρά προσωπικό, υποκειμενικό στοιχείο επιβληθεί κατά τρόπον άνισο σε αυτό που αξιώνει σταθερά ευρύτερη αποδοχή. Ο υποκειμενισμός, λογικά δεν είναι απευκταίος, στο βαθμό που είμαστε διακριτές οντότητες, ζούμε διαφορετικές ζωές και μας απασχολούν άλλα πράγματα. Ωστόσο, η άκρατη μορφή του, διασώζεται μόνο μέσα από την συνείδηση της φύσης του, τον υπολογισμό των κοινών παραμέτρων της συνύπαρξής μας, και φυσικά το κατεξοχήν εργαλείο της θεωρητικής και πρακτικής Δημοκρατίας, το διάλογο. Αναρωτιέμαι σε τι βαθμό θα μπορούσαν να ισχύουν αυτές οι προϋποθέσεις γενικότερα, πόσο μάλλον τώρα, που τα πάντα μοιάζουν εκτραχυμένα. Και αν για τις δύο πρώτες υπάρχει θεραπεία, καθώς επαφίενται λίγο πολύ στη δύναμη της μονάδος, δηλαδή στην πειθαρχία της ατομικής συγκρότησης, η τελευταία δεν υφίσταται χωρίς την ουσιαστική αλληλεπίδραση των έλλογων οντοτήτων. Με άλλα λόγια, διάλογος με έναν δε γίνεται. Μα, για μισό λεπτό, διάλογος γίνεται παντού! Πράγματι, μεταξύ φίλων και γνωστών ή ακόμα και μεταξύ αγνώστων, όταν επικρατούν καλές διαθέσεις, διάλογος διεξάγεται, ενίοτε με γόνιμες προοπτικές. Στη δημόσια ζωή όμως, εκεί όπου τα ζητήματα υποτίθεται πως εισέρχονται σε «δημόσια διαβούλευση», όχι μόνο δεν λαμβάνει χώρα διάλογος, ουσιαστικός και ζωντανός, αλλά επικρατεί ο πιο ανένδοτος, απολυταρχικός και συχνά παράλογος μονόλογος. Είναι η επίφαση του διαλόγου η οποία βιώνεται ως υποτιθέμενη πραγμάτωση του δημοκρατικού ιδεώδους. Είναι όμως πάντα φρόνιμο να προσάπτονται όλα στην κακή προαίρεση των πολιτικών μας εκπροσώπων; Η ακόμα και στην αδιαμφισβήτητη παντοδυναμία των εγχώριων και διεθνών Μ.Μ.Ε., τα οποία διαμορφώνουν την κοινή γνώμη; Αν η νομοθετική-εκτελεστική εξουσία γυρίζει με μιας τη πλάτη στη βούληση των πολλών, με την αμέριστη συμπαράσταση των ομιλουσών κεφαλών, τότε οι πολλοί δεν «αντέχουν» να αρκεστούν αποκλειστικά στην άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος. Αν οι ίδιοι οι πολίτες δεν απαιτήσουν με όποιο τρόπο μπορούν την διεξαγωγή πραγματικού διαλόγου για όλα τα φλέγοντα ζητήματα, τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο.
ΦΙΛΗΒΟΣ